deserving$510876$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

deserving$510876$ - translation to ελληνικό

CONDITION OF BEING DESERVING OF SOMETHING, WHETHER GOOD OR BAD
Just deserts; Moral dessert; Moral desert; Deserving; Deserve; Deserved; Dessert (philosophy)

deserving      
adj. άξιος

Ορισμός

deserve
¦ verb do something or show qualities worthy of (a reward or punishment as appropriate).
Derivatives
deserved adjective
deservedly adverb
Origin
ME: from OFr. deservir, from L. deservire 'serve well or zealously'.

Βικιπαίδεια

Desert (philosophy)

Desert () in philosophy is the condition of being deserving of something, whether good or bad. It is sometimes called moral desert to clarify the intended usage and distinguish it from the dry desert biome. It is a concept often associated with justice: that good deeds should be rewarded and evil deeds punished.